ΛΕΙΨΑΝΟ ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ


Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση μετά τον θάνατο του Ανδρόνικου Γ΄ του Παλαιολόγου (1341), ο Δεσπότης της Ηπείρου Νικηφόρος Β΄(1335-1338 & 1356-1359), γαμβρός του Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνού, εξεστράτευσε εναντίον των Αλβανών που λεηλατούσαν τα χωριά του Δεσποτάτου (στο οποίο υπαγόταν και η Ευρυτανία μετά της περιοχής των Αγράφων). Αλλά σε μάχη παρά τον Αχελώο (1359 μ.Χ.) φονεύθηκε ο Νικηφόρος, ο οποίος έφερε μαζί του το ιερό κειμήλιο του Αγίου Λουκά και κατά την παράδοση ένας από τους ακολούθους του έφερε τον θησαυρό αυτόν στη
Σταυροπηγιακή γυναικεία Μονή του Αγίου Νικολάου του εν Βουνένοις στην Κορίτσα – Κλειτσού των Αγράφων.
Κατʼ άλλη εκδοχή το κειμήλιο μετέφεραν στην Ιερά Μονή του Αγίου Νικολάου του Νέου δύο μοναχές από την Κωνσταντινούπολη, μετά την άλωσή της (1453) από τους Τούρκους.
Ας σημειωθεί ότι η Κορίτσα ανήκε μεν στην ευρύτερη περιοχή των Αγράφων υπαγόταν όμως διοικητικά και εκκλησιαστικά τόσο κατά τους Βυζαντινούς όσο και κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας στη Λάρισσα της Θεσσαλίας. Στρατιωτικός διοικητής της Λάρισσας υπήρξε ο Άγιος Νικόλαος ο Νέος ο οποίος εμαρτύρησε στα Βούνενα τις Θεσσαλίας κατά το 720 μ.Χ. Άρχαιότερη έκφραση της τιμής της μνήμης του Αγίου Νικολάου του νέου που διαδόθηκε ταχύτατα στον περί τη Λάρισσα θεσσαλικό χώρο είναι η ομώνυμη ιερά μονή στον Υψηλάντη Βοιωτίας (10ος μ.Χ. αιώνας) για να επακαλουθήσουν σειρά όλη μονών όπως εκείνη στα Καμπιά της Βοιωτίας όπως και αυτή της Κορίτσας Ευρυτανίας.
Η παρουσία του λειψάνου του Ευαγγελιστού Λουκά στην τελευταία αυτή Μονή μαρτυρείται από δύο συγίλια γράμματα που φυλάσσονται στο Ναό:
Το ένα του Δοσιθέου, Επισκόπου Λιτζάς και Αγράφων (έδρα της Επισκοπής του οποίου πιστεύεται ότι ήταν εκ περιτροπής ο Κλειτσός και τα Άγραφα), με χρονολογία Απρίλιο του 1795, και δεύτερο του Νεοφύτου Ζ΄, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης (έτος 1799), το οποίο εξεδόθη προς υποστήριξη εράνου για την αποκατάσταση βλαβών του ιερού Ναού και στο οποίο ευκρινώς αναφέρεται ότι τον Ναόν «πλουτεί ιερόν κειμήλιον θαύματος άξιον τον εκ του αγκώνος πήχυν της ζωγραφικής χειρός του αγίου ενδόξου αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά».
Το ότι το ιερόν κειμήλιον είναι «θαύματος άξιον» δεν καταδεικνύεται από φοβερά, τρομερά, εξωπραγματικά ή υπερφυσικά γεγονότα αλλά από την απλή, λιτή και συγχρόνως σκληρή πραγματικότητα, αν αναλογιστεί κανείς τι φοβερούς κινδύνους εξαφανισμού και καταστροφής και τι περιπέτειες και τραγικές καταστάσεις πέρασε αυτό το κειμήλιο για να διασωθεί μέχρι τις ημέρες μας μέσα από άγριο κυνηγητό αλλοεθνών, Τούρκων και Αλβανών που καταβασάνισαν τους καταφρονεμένους αλλά και σκληροτράχηλους ραγιάδες.
Ακόμη και η δική μας η γενιά έζησε το θαύμα της διάσωσης του κειμηλίου τα πέτρινα χρόνια της Κατοχής και της Αντίστασης. Όταν το χωριό εκκενώθηκε από τους κατοίκους που μεταφέρθηκαν στην Καρδίτσα και ο καθένας κοίταζε να σώσει τον εαυτό του και την οικογένειά του βρέθηκαν άνθρωποι (οικογένεια Κ. Σαμαρά) να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους προκειμένου να διαφυλάξουν τον θησαυρό αυτόν και να τον επαναφέρουν σώον και ακέραιον στην αρχική του εστία.
Ας σημειωθεί ότι ο θησαυρός αυτός, είτε ως απλή και απέριττη περιέχουσα θήκη είτε ως το σεπτό οστούν δεν έχει ούτε την ελάχιστη οικονομική ή εμπορική αξία, σε αντίθεση με την τεράστια πνευματική αξία που απορρέει από την αφοσίωση και την απόδοση υψίστης τιμής από τους απλούς, βασανισμένους, αλλά μεγαλόψυχους πιστούς.

0 σχόλια: